Αυτό το βιβλίο διαδραματίζεται στη Νέα Υόρκη, αλλά η συγγραφέας του είναι εκατό τοις εκατό γιαπωνέζα. Γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζει στην Ιαπωνία, έγραψε περισσότερα από είκοσι βιβλία στη γλώσσα της και πήρε τα βραβεία Ναόκι και Μπουντζέι για τα μυθιστορήματα Soul Music Lovers Only και Bedtime Stories αντίστοιχα.
Το Trash είναι η ιστορία μιας γιαπωνέζας γυναίκας, της Κοκό, που ζει στο Μανχάταν με τον εραστή της, τον αφροαμερικανό Ρικ, και το γιο του Τζέσι. Η Κοκό είχε φτάσει χρόνια πριν στις ΗΠΑ για να ξεφύγει από το αίσθημα καταπίεσης που ένιωθε στην πατρίδα της, κι από τότε κατάφερε όχι μόνο να τα βγάλει πέρα, αλλά να εξασφαλίσει κιόλας μια καλή δουλειά, ν’ αποκτήσει έμπιστους φίλους, να βρει τη δική της γη της επαγγελίας. Μέχρι να γνωρίσει τον Ρικ, η ερωτική της ζωή ήταν ασταθής. Άλλαζε συνεχώς εραστές, ψαχνόταν, δεν μπορούσε να ησυχάσει. Αυτός ήρθε για να την αλλάξει, για να τη μεταμορφώσει. Τον ερωτεύτηκε χωρίς καλά καλά να το καταλάβει, τον αγάπησε με πάθος, κι ας βαθιά μέσα της αναρωτιόταν το γιατί. Ο Ρικ ήταν ένας κινητός μπελάς. Χρόνια αλκοολικός, αδιάφορος, κακός πατέρας, εγωιστής εραστής. Κι όμως, δεν μπορούσε να φανταστεί τη ζωή της χωρίς αυτόν. Ήταν σαν να την είχε δέσει πάνω του με κάποιες αόρατες χειροπέδες: «Αλλά ίσως όλοι βαδίζουν στη ζωή δεμένοι με χειροπέδες, σκέφτηκε. Υπάρχουν χειροπέδες που μπορείς να δεις και χειροπέδες αόρατες». Όσο μεγάλος μπελάς κι αν ήταν ο Ρικ όταν χωνόταν στην αγκαλιά του τα ξεχνούσε όλα και ένιωθε μια απέραντη ευτυχία. Αυτός όμως και ο αλκοολισμός του δεν ήταν το μοναδικό της πρόβλημα. Ήταν και ο Τζέσι που της έβαζε δύσκολα. Γεννημένος και μεγαλωμένος μέσα σε ένα σπιτικό όπου οι καυγάδες και η κραιπάλη αποτελούσαν καθημερινά φαινόμενα, δεν μπορούσε εύκολα να προσαρμοστεί στα δεδομένα που συνεχώς άλλαζαν. Όταν χώρισαν οι γονείς του πήγε να ζήσει με τη μάνα του, μα δεν άντεξε, κι έτσι αποφάσισε να μείνει με τον πατέρα του. Ένα πατέρα ακατάλληλο, τον οποίο έπρεπε να φροντίζει ο ίδιος, αλλά που πολύ αγαπούσε. Μέχρι που ήρθε η Κοκό και έφερε περισσότερη σύγχυση στη ζωή του. Ναι, τώρα ήταν αυτή που σήκωνε τα περισσότερα από τα βάρη του σπιτιού, αλλά εκείνος πάντοτε ονειρευόταν ότι κάποια μέρα οι δικοί του θα έσμιγαν ξανά, κάτι που μάλλον ήταν αδύνατο να γίνει πια. Μ’ αυτή λοιπόν τη γυναίκα, με την εξωτική ομορφιά και την απερίγραπτη υπομονή, δεν ήξερε τι στάση να υιοθετήσει. Έτσι αποφάσισε, μάλλον από παιδικό πείσμα, να της κάνει τη ζωή δύσκολη, για να τη διώξει. Κι ας τον τρομοκρατούσε η ιδέα ότι θα τον άφηνε και πάλι μόνο με τον πατέρα του.
Το «Σκουπίδια» είναι μια ιστορία αδιεξόδων. Το αδιέξοδο ενός έρωτα που μοιάζει δίχως πραγματική ανταπόδοση («Είναι αυτοί που λένε τα λόγια της αγάπης που πληγώνονται»), μιας μοναχικότητας που ήταν αδύνατον να υπάρξει («Ήθελα να μείνω μόνη. Να χαθώ ανάμεσα στο πλήθος. Καταλαβαίνεις;»), κάποιων δυστυχισμένων ανθρώπων που απλά δεν μπορούσαν να αγαπήσουν («Οι άνθρωποι που δεν αγαπούν τους εαυτούς τους, δεν μπορούν να παρηγορήσουν τους άλλους») και ενός παιδιού που έμαθε από πολύ νωρίς ότι «όσο πιο απεγνωσμένα προσπαθείς ν’ αποκτήσεις την ευτυχία, τόσο πιο εύκολα ξεγλιστράει μέσα από τα χέρια σου».
«Οι άνθρωποι γίνονται καλοί όταν είναι με κάποιον που τους αρέσει», λέει κάποιος στην Κοκό. Κι αυτή, έχοντας στη σκέψη της τον Ρικ απαντάει: «Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να το κάνουν αυτό».
Ήταν λοιπόν ο Ρικ η καταδίκη της; Την άλλαξε, προς το καλύτερο και το χειρότερο. «Πριν η γοητεία της προερχόταν από την αυτοπεποίθηση και τον αυτοέλεγχο που ανέδιδε. Τώρα γοήτευε τους άλλους το πόσο εύθραυστη έδειχνε. Γεννούσε μέσα τους την επιθυμία να την προστατεύσουν», σκεφτόταν ο πρώην φίλος της, ο Γκρέγκορι.
Όσο περνούσε ο καιρός τόσο πλήθαιναν και τα προβλήματα. Η Κοκό έπρεπε να κάνει κάτι, για να σωθεί, αφού για εκείνον ήταν πια σίγουρη ότι δεν υπήρχε καμία σωτηρία. Στις δύσκολες στιγμές που την περίμεναν θα στεκόταν δίπλα της ένας φίλος καλός, αλλά και ο Τζέσι, που παρά το ότι γνώριζε πως η σχέση της με τον πατέρα του ήταν καταδικασμένη, έφτασε σιγά σιγά να την αγαπήσει, να τη νιώσει σαν δικό του άνθρωπο, περισσότερο κι απ’ τη μητέρα του.
Αυτή είναι μια καλογραμμένη ιστορία που καταπιάνεται με τις ακραίες του έρωτα καταστάσεις, αλλά και με τον τρόπο ζωής και τις προκαταλήψεις των ανθρώπων στη μεγαλούπολη. Η Γιαμάτα, με το βλέμμα του ξένου, ρίχνει μια διεισδυτική ματιά στη σύγχρονη αμερικανική κοινωνία, την εξυψώνει, την ισοπεδώνει. Μέσω της ηρωίδας της παραβαίνει όλους τους πολιτικώς ορθώς κανόνες και φτιάχνει ένα μυθιστόρημα αιχμηρό και βαθιά συγκινητικό.
No comments:
Post a Comment