Για κάποιο λόγο, που δεν είναι του παρόντος να εξηγήσω, εδώ και λίγες μέρες άρχισα σιγά-σιγά ν’ ασχολούμαι με την ιαπωνική λογοτεχνία. Είπα πρώτα να ανατρέξω στη βιβλιοθήκη μου προτού πάρω στα χέρια μου τα βιβλία που είναι καθ’ οδόν από τας Αμερικάς και το Άμαζον.
Πριν λίγες μέρες σας μίλησα για το Κάπα του Ακουταγκάουα, ενώ σήμερα θα αναφερθώ στο Κιότο του Γιασουνάρι Καβαμπάτα, ενός ακόμη αυτόχειρα συγγραφέα.
Το ανά χείρας βιβλίο είναι και δεν είναι η ιστορία της Κιέκο, μιας συνηθισμένης κοπέλας, την οποία παράτησαν οι γονείς της έξω από ένα σπίτι στο Κιότο, και την οποία ανέλαβε να αναθρέψει η οικογένεια που τη βρήκε. Τώρα, καθώς βρίσκεται στα είκοσί της χρόνια συλλαμβάνει τον εαυτό της όλο και πιο συχνά ν’ αναρωτιέται γιατί την εγκατέλειψαν, ποιοι ήταν οι αληθινοί της γονείς και πώς θα ήταν η ζωή της αν ήταν ακόμη μαζί τους.
Φυσικά, σε όλα αυτά τα ερωτήματα φαίνετ’ απίθανο να βρει κάποια μέρα τις απαντήσεις, αλλά οι μοίρες έχουν άλλη άποψη. Έτσι, κάποια φορά, εντελώς στα ξαφνικά, οδηγούν στο δρόμο της τη δίδυμη αδελφή της. Και τότε όλα αλλάζουν.
Το Κιότο είναι ακριβώς αυτό που λέει ο τίτλος: ένα βιβλίο που μιλά για την ιαπωνική πόλη. Ο μύθος του είναι μάλλον φτωχός κι η αφήγηση αργή, αλλά και τα δύο εξυπηρετούν την ιστορία μια χαρά. Οι δύο αδελφές, ο χωρισμός κι η επανασύνδεσή τους, αποτελούν μονάχα τις αφορμές, τα άλλοθι του συγγραφέα, που μοιάζει να θέλει πιότερο να μιλήσει με νοσταλγία πικρή για την πόλη του, που στο πέρασμα του χρόνου μοιάζει να χάνει την ψυχή της, να δυτικοποιείται και να βαδίζει με όλο και πιο γοργά βήματα προς ένα μέλλον που στα μάτια του φαντάζει ψεύτικο κι αβέβαιο, ασύμβατο με την ιαπωνική ψυχή. Ένας από τους ήρωές του λέει κάπου: «Στις μέρες μας πια μιλάμε μόνο για ιδέες και αισθήσεις. Ακόμα και για τα χρώματα αναφερόμαστε στα δυτικά πρότυπα.» Το παράπονο μεγάλο και μοιάζει να ξεχειλίζει.
Όσο, ωστόσο, το βιβλίο αυτό θυμίζει μια ελεγεία για τη ζωή που χάνεται, άλλο τόσο αποτελεί έναν ύμνο στη φύση. Είναι ένα καταπράσινο και με τον τρόπο του οικολογικό βιβλίο. Η ηρωίδα του, η Κιέκο, μοιάζει να αγαπά όλα τα δέντρα και όλα τα λουλούδια, τα βουνά, τα ποτάμια, ακόμη και τη βροχή. Βλέπει την ομορφιά σε όλα τα στοιχεία της φύσης και τη διαλαλεί, όπως κι ένας νεαρός φίλος της εξάλλου, ο Χιντεό: «Τα λουλούδια έχουν ζωή. Ζωή σύντομη, που όμως δεν περνάει απαρατήρητη. Τα χρόνια πάνε κι έρχονται, μπουμπούκια ανοίγουν...» λέει αυτός. Ενώ ο πατριός της παρατηρεί ότι: «Οποιοδήποτε λουλούδι, ανάλογα με τον τρόπο ή τη στιγμή που το βλέπεις, μπορεί να σε μαγέψει.»
Το Κιότο είναι ένα λίγο λυπημένο, μα καλογραμμένο βιβλίο, που οπωσδήποτε δεν προσφέρεται για ανάγνωση σε κάποια παραλία. Αν θελήσετε να το διαβάσετε κάντε το κάποια λυπημένη νύχτα του χειμώνα, ώστε να νιώσετε σε βάθος αυτά που προσπαθεί να μεταδώσει.
Συμφωνώ αγαπητέ μου και μάλιστα ήταν και για μένα το πρώτο βιβλίο που διάβασα από ιάπωνα συγγραφέα και μου έκανε τόση εντύπωση η λεπτότητα των αισθημάτων που εκφράζονται μάλιστα μέσα από τα τοπία και τα φυτά... Ναι, είναι ένα βιβλίο μιας άλλης Ιαπωνίας κι ίσως μιας άλλης γραφής. Καλως σας βρήκα, θα σας επισκέπτομαι συχνά! Φιλικά, Ξένια.
ReplyDelete