Πού το πάει η Κανεχάρα, αναρωτιόμουνα καθώς άρχιζα την ανάγνωση αυτού του βιβλίου. Μετά τη μεγάλη αναγνώριση που πέτυχε με την πρώτη της νουβέλα Snakes and Earrings (Γλώσσα Φιδιού στα ελληνικά), όλοι περίμεναν με αγωνία το επόμενό της βήμα. Ομολογώ ότι στην αρχή ο ανά χείρας τόμος λίγο έλειψε να με εκπλήξει δυσάρεστα, αλλά ύστερα κατάλαβα. Κατάλαβα ότι η συγγραφέας παίζει με τον αναγνώστη, του βγάζει τη γλώσσα κοροϊδευτικά και με τρόπο μελοδραματικό, προτού τον πιάσει απ’ το λαιμό και τον οδηγήσει στα γνωστά στενά και δυσπρόσιτα μονοπάτια της.
Η ηρωίδα αυτής της ιστορίας είναι η Ριν, μια νεαρή συγγραφέας, μόνιμα μεθυσμένη τόσο από ευτυχία όσο κι απ’ το αλκοόλ. Το πρώτο της βιβλίο σημείωσε τεράστια επιτυχία και τώρα όλοι έχουν μεγάλες απαιτήσεις απ’ αυτήν. Όπως έχει κι αυτή από τον εαυτό της. Έναν εαυτό όμως που είναι αλκοολικός, που δεν την υπακούει, που όταν την έχει υπό τον έλεγχο του την υποχρεώνει να κάνει τα πιο τρελά πράγματα, όπως το να συζητά με τα γεννητικά της όργανα, να δίνει κάθε είδους συνεντεύξεις, να βλέπει συνομωσίες εκεί που δεν υπάρχουν, να κάνει τη ζωή του συντρόφου της ποδήλατο. Μοιάζει να βρίσκεται σε αδιέξοδο: «Ζω αποκλειστικά και μόνο για να κάνω την πληκτική μου ζωή ακόμη πιο πληκτική παρέχοντάς της πληκτικά σχόλια για την πληκτική μου καθημερινότητα μέσω μιας πληκτικής φωνής που κρύβεται μέσα στο κεφάλι μου».
Η Ριν το ξέρει ότι πρέπει να κάνει κάτι για ν’ αλλάξει τη ζωή της. Αλλά τι; Καταρχήν πρέπει ν’ αρχίσει ν’ αναγνωρίζει: «ότι κάνω κι εγώ λάθη κάποτε» και μετά να γράφει. Το μόνο που η έμπνευση δε λέει να την επισκεφθεί κι ας έχει ήδη υπογράψει συμβόλαιο για μια σειρά από βιβλία. Κι ας η προθεσμία φτάνει στο τέλος της. Πάνω όμως που πιστεύει ότι τα πράγματα δε θα μπορούσαν να γίνουν χειρότερα, γίνονται καλύτερα. Και η αφήγηση πιο σκληρή. Ένας εκδότης της προτείνει να γράψει ένα λογοτεχνικό έργο που να μοιάζει με αυτοβιογραφία, το Autofiction του τίτλου – αλλά κι εδώ η συγγραφέας παίζει με τις λέξεις, αφού ο πιο πάνω όρος αναφέρεται και στην αυτόματη γραφή. Εκείνη δέχεται και, δίχως ουσιαστικά να το λέει, αρχίζει να αφηγείται τη ζωή της, από το σήμερα προς το χθες. Τα κεφάλαια του βιβλίου τα λένε όλα: 22ος Χειμώνας, 18ο Καλοκαίρι, 16ο Καλοκαίρι, 15ος Χειμώνας.
Τα γεγονότα που μας εξιστορεί είναι σχεδόν απάνθρωπα. Μιλάει για ένα κορίτσι που μεγάλωσε σ’ ένα σπιτικό όπου δεν υπήρχε αγάπη, που έκανε από πολύ μικρό την επανάστασή του και ανακάλυψε τα μυστικά του σεξ που της έδωσαν μεγάλες χαρές και πολλές λύπες, που το έσκασε απ’ το σπίτι περιφερόμενο εδώ κι εκεί, που έμεινε έγκυος και έκανε μια έκτρωση που κατά βάθος δεν ήθελε, που λίγο έλειψε να πέσει θύμα ομαδικού βιασμού και που για καιρό βρισκόταν σε μια αδιέξοδη σχέση μ’ έναν άντρα που την κακοποιούσε. Από τότε που ήταν μικρή σκεφτόταν τη ζωή της σα μια κόλαση με αναλαμπές ευτυχίας: «Ίσως η κόλαση να είναι ένα χαρούμενο μέρος και μερικά χαρούμενα μέρη είναι σαν την κόλαση, ή ίσως η κόλαση να μεταμορφώνεται σ’ ένα χαρούμενο μέρος, μέρα παρά μέρα». Στα δεκαπέντε της αποφάσισε ότι: «Αν και οι γονείς μου είναι ενήλικες πάσχουν από έλλειψη καρτερίας. Αλλά για μένα η καρτερία είναι τρόπος ζωής. Είναι αυτή που με βοήθησε να ζήσω μέχρι τώρα. Ουσιαστικά πρέπει να υπομένω κάθε στιγμή της ζωής μου εκτός όταν είμαι με τον Κίτι» - τον πρώτο της έρωτα.
Η Κανεχάρα μας χαρίζει και πάλι μια σκληρή, μα βαθιά ανθρώπινη ιστορία, που μετά το πρώτο κεφάλαιο ακολουθεί καταιγιστικούς ρυθμούς – γραμμένη, φαινομενικά, με κομμένη την ανάσα. Όσοι απόλαυσαν τη «Γλώσσα φιδιού» δε θα απογοητευτούν, κι όσοι ενδιαφέρονται να πάρουν μια γεύση απ’ την πραγματικά μοντέρνα γιαπωνέζικη λογοτεχνία θα μπορούσαν να κάνουν μ’ αυτό το βιβλίο την αρχή. Απλά εξαιρετικό.
No comments:
Post a Comment